Sunday, May 27, 2007

Οι Περι Θειου Αντιληψεις Του Γεωργιου Γεμιστου

.




Η καλύτερη κατανόηση των περί Θείου απόψεων του Γεμιστού προϋποθέτει και τη γνώση της ουσίας στη διαμάχη μεταξύ Νέοπλατωνικών και Χριστιανών, έτσι όπως αυτή είχε διαμορφωθεί από τα πρώτα χρόνια του Βυζαντίου. Ο διωγμός της Ακαδημίας των Αθηνών, δεν ήταν καθόλου άσχετος με τις απόψεις του Πρόκλου περί «αϊδιότητος του Κόσμου». Ο Ιωάννης Φιλόπονος από την Αλεξάνδρεια, είχε απαντήσει στα μέσα του έκτου αιώνα στον Έλληνα φιλόσοφο με τη γνωστή πραγματεία «Κατά των Πρόκλου περί αϊδιότητος του Κόσμου επιχειρημάτων», και σε πλήρη σύγχυση είχε προσπαθήσει να απαντήσει με επιχειρήματα μέσα από τον Πλάτωνα και από τον Αριστοτέλη, μολονότι ο πρώτος δεχόταν την ύπαρξη της ουσίας προ της Δημιουργίας και ο δεύτερος, με λίγες διαφορές, συμφωνούσε με τον Πρόκλο.
Άλλωστε, είναι γνωστό ότι ουδέποτε η Ελληνική Σκέψη δέχτηκε «έξωθεν και εκ του μηδενός» Δημιουργό του Κόσμου. Η δημιουργία του Κόσμου έτσι όπως δίνεται από τη Γένεση των Ιουδαίων, δεν μπορεί να γίνει κατανοητή από τον Έλληνα Άνθρωπο. Τα ενδιάμεσα επίπεδα μεταξύ Υπέρτατου Θεού και ανθρώπων ικανοποιούν τη φύση του στο να μη βλέπει αποξενωμένο το Θείο από το ανθρώπινο. Αυτή η κλιμακούμενη διάταξη των Θεών, αυτή η διαβαθμισμένη ιεραρχία των Θείων, με μια πλήρωση από πάνω προς τα κάτω και όχι δια υποβολής, αποτέλεσε το πρότυπο του Πλήθωνος για το δικό του Πάνθεον.

Το βασικό πρόβλημα που αντιμετώπιζε ο Γεμιστός στην υπέρβαση του κοινωνικού κατεστημένου, ήταν πρώτα απ’ όλα το ξεπέρασμα της βυζαντινής παράδοσης που ήθελε τον αυτοκράτορα ως τάχα δικαίως αυταρχικό όργανο μιας θείας πολιτικής. Όπως και αλλού ήδη περιγράψαμε, ο «ελέω Θεού» μονάρχης ήταν ο αντικατοπτρισμός στη γη ενός μονοθεϊστικού μοντέλου, στην προκειμένη περίπτωση του Χριστιανισμού, που κατά τον Γεμιστό πάση θυσία έπρεπε να αντικατασταθεί με κάποιο άλλο μοντέλο, το οποίο θα παρείχε μεγαλύτερο βαθμό συνάφειας με την Ιδανική Πολιτεία του. Έψαξε δηλαδή για μια θρησκεία που θα μπορούσε να στηρίξει την ανάλογη πολιτική του μεταρρύθμιση, τη «σπουδαία» Πολιτεία του όπως τόνιζε στο Θεόδωρο. Για τον σκοπό αυτό, κατέφυγε στον Πλάτωνα. Η σημασία λοιπόν της νεοπλατωνικής θεώρησής του ήταν ο ηθικός κώδικας που έβγαινε από αυτή. Η δε Κοσμολογία του, όπως θα δούμε, έδινε μεγαλύτερη αξία στον υλικό κόσμο. Στον Πλήθωνα, το χάσμα της αποξένωσης μίκραινε σε εκπληκτικό βαθμό. Ο άνθρωπος έστρεφε το βλέμμα του πιο πολύ προς το Φυσικό Κόσμο και το αχανές και ψυχρό διάστημα ξανακέρδιζε μέρος της χαμένης μοναξιάς του. Ο Massai γράφει χαρακτηριστικά: «Η ψυχή που δεν έχει ενσαρκωθεί, δεν ευρίσκεται σε πλεονεκτικότερη θέση από εκείνη που έχει ενσαρκωθεί. Η παρούσα ζωή είναι εξ ίσου ουσιώδης και διαρκής, εφόσον η ανθρώπινη ζωή θα πρέπει διαδοχικώς να λαμβάνει και να εγκαταλείπει το φθαρτό σώμα. Γι’αυτό ο Πλήθων προτιμά την προσφορά της παρούσης ζωής από κάθε μελλοντική υπόσχεση και ελπίδα .

Η βασική του Κοσμολογική Αρχή παραμένει πιστή στην Ελληνική Παράδοση, σύμφωνα με την οποία ο Κόσμος όλος είναι φτιαγμένος από άφθαρτες και αιώνιες ουσίες και δεν μπορεί ποτέ του να καταστραφεί. Άποψη που έντονα είχε καταδιώξει η χριστιανική σκέψη, υποστηρίζοντας αντίθετα τις βιβλικές αντιλήψεις. Το μη φθαρτό του Κόσμου εξουδετέρωνε την εσχατολογική φύση του Μονοθεϊσμού, όπως και την σχετικά δουλική αναγωγή του υπαρκτού σήμερα στο μακρινό και ασαφές προσδοκόμενο. Ακύρωνε την καθοσίωση μιας ζωής βασάνων και δυστυχίας, όπου το μέλλον έφτανε να προσδιορίζεται μόνο μέσα από την προσμονή, και ολόκληρη η ανθρώπινη ύπαρξη μέσα από την προσδοκία. Η γενικευμένη υποδούλωση του ανθρώπου ήταν γεγονός. Άνθρωπος-υπήκοος ενός δήμιου-δημιουργού, εξόριστος σκλάβος σε έναν κόσμο υποταγμένο μέχρι τα σπλάχνα του στην βία, κατακάθι ενός χαμένου ουρανού, ξένος πάνω στην ίδια του τη γη. Ο άνθρωπος βρισκόταν εξόριστος πάνω σε ένα πλανήτη πού δεν ήταν τίποτε περισσότερο από ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπως και φυλακισμένος μέσα σ’ ένα σώμα πού δεν ήταν τίποτε περισσότερο από μία φυλακή για δυστυχισμένες ψυχές . (Αποτέλεσμα αυτής της βιοαντίληψης και οι γνωστές σε όλους μας «καλύτερες μέρες», το προσφιλές σύνθημα όλων των υποψήφιων εξουσιαστών της γής, «προοδευτικών» ή «συντηρητικών», που αν και λίαν συντόμως μεταλλάσσεται σε απογοήτευση, εντούτοις κάθε φορά το αόριστο μέλλον γίνεται επίσης αυτομάτως και μια νέα αρχή για μια νέα ακόμη προσδοκία. Στην «Άριστη» Πολιτεία, η πραγμάτωση του πολίτη έρχεται μέσα σε αυτή την ίδια τη ζώσα πραγματικότητα και όχι σε ένα ασαφές μέλλον, μιας και αυτό, ειδωμένο μόνο ως χυδαίο επενδυτικό έδρανο, είναι παντελώς άγνωστο στον Κόσμο των Ελλήνων ).

Στον ίδιο τον Άνθρωπο, ο Πλήθων, σύμφωνα με την κλασσική πλατωνική αντίληψη, διακρίνει ψυχή αθάνατη και σώμα θνητό, που και τα δυο όμως έχουν την αιτία τους στο Θεό. Η αντίληψη αυτή επεκτείνεται και στα ζώα, τα φυτά, τους πλανήτες, που την ύπαρξή τους οφείλουν σε κάποιες διαφορετικές χρονικά αιτίες, οι οποίες εκφράζουν ξεχωριστές δυναμικότητες, και όλες μαζί έχουν την αιτία τους στον «Άκρως Ένα». Πρόκειται για έναν εσωκοσμικό Δημιουργό, αυτογένητο, αθάνατο, μέγιστο, εκ της ουσίας του αγαθό, πατέρα και αιτία όλων των πραγμάτων. Στην συνέχεια έχουν δημιουργηθεί οι υπόλοιπες θεότητες, που γεννήθηκαν από αυτόν και σε αυτόν έχουν την αιτία.. Αυτοί οι Θεοί, ανάλογα με τη δημιουργία τους και τις ιδιότητές τους, διακρίνονται σε διάφορες τάξεις. Οι πρώτοι, είναι τα παιδιά του Διός, είναι δηλαδή τα Έργα. Οι δεύτεροι, τα παιδιά των παιδιών του Διός, είναι τα Έργα των Έργων. Οι Θεοί που έχουν γεννηθεί απ’ ευθείας από τον Δία λέγονται Υπερουράνιοι, και είναι απαλλαγμένοι από το σώμα και την ύλη. Μετά τους Υπερουράνιους Θεούς ακολουθούν οι Ουράνιοι Θεοί, με τελευταίο μεταξύ αισθητού Κόσμου και Θεών τον Άνθρωπο, ο οποίος αποτελείται από ύλη και ψυχή.




Ο ΠΛΗΘΩΝ ΣΤΗ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΑ


Mετά την περιπέτεια της Ανδριανούπολης, άλλοι θέλουν τον Γεμιστό - Πλήθωνα να πηγαίνει κατ’ ευθείαν στο Μυστρά (όπως ισχυρίζεται λ.χ. ο Καζάζης ): «…Εκείθεν (δηλ. από την Ανδριανούπολη ) αντί να μεταβήναι εις Κωνσταντινούπολιν, διατελούσαν εν τραγική καταστάσει, απήλθεν εις Πελοπόννησον, ήτις διετέλει οπωσδήποτε απηλλαγμένη των τουρκικών επιδρομών… Ότε κατήλθεν εις αυτήν ο Πλήθων, εν έτει 1393. Δεσπότης ετύγχανεν ο Θεόδωρος Παλαιολόγος…», άλλοι τον θέλουν να πηγαίνει μετά από λίγα χρόνια όπως ισχυρίζεται ο Μαμαλάκις. Κάποιοι άλλοι πάλι θεωρούν πολύ πιθανό να πέρασε και από την Αθήνα, η οποία εκείνη την εποχή βρισκόταν στην κατοχή της φλωρεντιανής Δυναστείας των Ατσαγιόλι, προκειμένου να δει και να θαυμάσει από κοντά τα κλασικά μνημεία, αρκετά από τα οποία σώζονταν μέχρι τότε σε άριστη σχεδόν κατάσταση.
Ο Ιωάννης Μαμαλάκις επισημαίνει στην μελέτη του «Ο Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων»: «Υπήρχε ένα αργυρόβουλο του Θεοδώρου Β’, υιού του Μανουήλ, που τον έστειλε ο πατέρας του στην Πελοπόννησο μετά τον θάνατο του Θεοδώρου Α’, αδελφού του Μανουήλ (1407). Το αργυρόβουλο αυτό το αναφέραμε και σε άλλη εργασία μας, για να υποστηρίξουμε τη γνώμη μας ότι ο Γεμιστός δεν ήταν Πελοποννήσιος. Έχει εκδοθεί το 1433 και αρχίζει ως εξής: Ο οικείος τη βασιλεία μου κυρ Γεώργιος ο Γεμιστός, ήλθεν μεν πρότινων ετών ορισμώ του αγίου μου αυθέντου και βασιλέως, του πατρός μου, του αειδήμου και μακαρίτου, και ευρίσκεται εις την δουλωσύνην ημών…» Τόσο από αυτό το απόσπασμα, όσο και από το ύφος της γνωστής επιστολής του Γεμιστού προς τον Μανουήλ, ο Μαμαλάκις κατέληγε στο ότι ο Γεμιστός κατ’ αρχάς δεν έφτασε στο Μωριά διωκόμενος από το αυτοκρατορικό περιβάλλον. Επίσης, αφού τον βρίσκουμε να ζητάει να ληφθούν όχι μόνο απλώς κάποια μέτρα, αλλά επιπλέον και να εκδηλωθούν κάποιες πρωτοβουλίες με πρωταγωνιστή τον ίδιο, μάλλον θα πρέπει να έφθασε στην Πελοπόννησο λίγο πριν την άφιξη σε αυτήν του Μανουήλ.

Η άποψη του Καζάζη είναι ότι ο φιλόσοφός μας θα πρέπει να έφθασε στο Μυστρά γύρω στις αρχές του 1400 και εκ πρώτης όψεως συμφωνεί με την πρώτη γραπτή μαρτυρία του Γεμιστού στην Πελοπόννησο, που δεν είναι άλλη από τον επικήδειο που έγραψε με αφορμή το θάνατο του Θεοδώρου του Α («Προθεωρία εις τον Επιτάφιον Μανουήλ Παλαιολόγου») ο οποίος έφερε χρονολογία 1407. Σχολαστικότερες όμως μελέτες απέδειξαν ότι ναι μεν το κείμενο μπορεί να συντάχθηκε από το περιβάλλον του Μανουήλ, δηλ. από τον Γεμιστό, διαβάστηκε όμως από τον μοναχό Ισίδωρο και από το λόγιο Θεσσαλονικέα Θεόδωρο Γαζή. Από τα παραπάνω οδηγούμαστε στο συμπερασμα ότι η πραγματική άφιξη του τελευταίου Έλληνος φιλοσόφου στο Μωριά, ίσως απείχε κατά πολύ από 1400 και μέλλον περί τα 1414 θα πρέπει να τοποθετείται αυτή λογικά.

Εκεί. στον Μυστρά. ο Πλήθων απέκτησε το αξίωμα του ανώτατου δικαστικού, καθώς και την κηδεμονία δύο γειτονικών πόλεων (Φανάρι και Βρύσες ) ώστε να έχει την ανάλογη οικονομική άνεση που απαιτούσε η θέση του. Από το μόνο σωζόμενο χρυσόβουλο (χρονολογούμενο το 1449) του Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου, παίρνουμε την πληροφορία ότι ο αυτοκράτορας επικυρώνει μία δωρεά προς τους γιους του Γεμιστού Ανδρόνικο και Δημήτριο «… Επειδή ενεφάνισεν εις την Βασιλείαν μου ο οικείος αύτη κύρις Γεώργιος ο Γεμιστός αργυρόβουλον ορισμόν του περιποθήτου αυταδέλφου…ευεργετούντα προς τους υιούς αυτού ά δη ευεργετεί και εδεήθη και παρεκάλεσε τη Βασιλεία μου επικυρωθήναι και παρ’ αυτής…»

Στον Μυστρά, η παρουσία του Πλήθωνος σύντομα έγινε έντονα αισθητή. Οι απόψεις του πάνω σε ζητήματα νομικής φύσεως, προκαλούσαν αίσθηση τόσο για την αμεροληψία τους, όσο και για την υποδειγματικότητά τους. Ο θαυμαστής και μαθητής του Ιερώνυμος Χαριτώνυμος, θα τονίσει στον επικήδειό του: «…Και μην δικαιοσύνη τοιαύτη τις ή τώ ανδρί, ως λήρον είναι Μίνω εκείνον και Ραδάμανθυν τούτω παραβαλλομένους. Ούκουν ηχθέσθη γουν ουδείς πώπωτε τι των εκείνω δοκούντων, αλλ’ ως θεία ψήφος το τούτω δόξαν ην. Στέργοντες δ’ ουν άμφω και προσκυνούντες, ότε ηττηθείς και ο νικήσας απήεσαν, και τοι μη ούτω πεφυκός τοις άλλοις συμβαίνειν και τούτ’ εικότως, οίμαι. Μόνος γαρ ούτος η κομιδή συν ολίγοις ακραιφνή την των νόμων είχεν κατάληψιν, εξηκρίβωσε τι, είπερ τις, αυτούς άριστα. Επεί και ει γε ποτε απωλέσθαι τούτοις, συνέβη, ακριβέστερον αν ούτος εξέθετο Σόλωνος παντός και Λυκόργου…»

Για τους λόγους της επιλογής του Μυστρά από τον Γεμιστό ως λίκνο της αναδιοργάνωσης και ανάστασης του Ελληνισμού, έχουν ειπωθεί πολλά. Θα δεχθούμε όλες τις απόψεις, γιατί όπως είπαμε πολλοί είναι οι λόγοι που ορίζουν και συνθέτουν το πραγματικό κίνητρο μετάβασής του στη Νότια Ελλάδα. Πρώτα απ’ όλα οι Τούρκοι, τουλάχιστον εκείνη την εποχή δεν ενδιαφέρονταν διόλου για τον Νότο, μιας και το ενδιαφέρον τους το μονοπωλούσε η Κωνσταντινούπολη. Έπειτα, όπως αναφέρει και ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος στο έργο του «Περί των Εθνών», η Μάνη και οι γύρω περιοχές - που μόλις τον ένατο με δέκατο αιώνα άρχισαν να αποδέχονται τον Χριστιανισμό, κυρίως μετά την εξόντωση των ιερέων τους από τον ασιάτη προσηλυτιστή Νίκωνα τον «Μετανοείτε»-, διακατέχονταν ακόμη από έναν πολύ έντονο εθνισμό. Πράγμα που σημαίνει ότι και στον δέκατο πέμπτο αιώνα θα πρέπει να βρήκε ο Πλήθωνας στη γή των Λακώνων κάποια πολύ έντονα, και όχι μόνο γλωσσικά, στοιχεία του Αρχαίου Εθνικού Πολιτισμού. Ο ενθουσιασμός του δύσκολα άλλωστε κρύβεται μέσα στο υπόμνημά του προς τον Μανουήλ όπου επισημαίνει: «Εσμέν γαρ ουν ων ηγείσθε τε και βασιλεύετε Έλληνες το γένος, ως ήτε η φωνή και η πάτριος παιδεία μαρτυρεί. Έλλησι δε ουκ έστιν ευρείν ήτις άλλη οικειοτέρα χώρα ουδέν μάλλον προσήκουσα η Πελοπόννησος τε και όση δη ταύτη της Ευρώπης προσεχής των τε αυ νήσων επικείμεναι. Ταύτην γαρ δη φαίνονται την χώραν Έλληνες αεί οικούντς οι αυτοί εξ ότουπερ άνθρωποι διαμνημονεύουσιν, ουδένων άλλων προενωκηκότων…» δηλαδή «…εμείς πάνω στους οποίους είστε ηγεμόνας και βασιλεύς, είμαστε Έλληνες κατά την καταγωγή, όπως μαρτυρεί η γλώσσα και η πατροπαράδοτος παιδεία. Είναι αδύνατο να εύρη κανείς μία άλλη χώρα που να είναι περισσότερο οικεία και συγγενική στους Έλληνες από την Πελοπόννησο, καθώς και από το τμήμα της Ευρώπης που γειτονεύει με την Πελοπόννησο και από τα νησιά που γειτονεύουν προς αυτή. Γιατί είναι φανερό ότι οι Έλληνες κατοικούσαν πάντοτε σε αυτή τη χώρα, από τον καιρό που αρχίζει η μνήμη των ανθρώπων, χωρίς προηγουμένως να έχει κατοικήσει πάνω σε αυτή κανένας άλλος…»

Ο Π. Κανελλόπουλος ωστόσο, υιοθετώντας τις απόψεις του Γενναδίου υποστηρίζει ότι ο αυτοκράτορας Μανουήλ έδιωξε τον Πλήθωνα στον Μυστρά για να τον σώσει τάχα από επικείμενη καταδίκη του εξαιτίας των ζωροαστρικών του αντιλήψεων. Ο Τατάκης πάλι θέλει τον Γεμιστό στην Πελοπόννησο για τονώσει την εθνική συνείδηση των Ελλήνων ενώ ο Μασάϊ υποστηρίζει ότι αυτός ήθελε, με πυρήνα το κάστρο του Μυστρά, να ιδρύσει ένα ενιαίο και ανεξάρτητο Ελληνικό Κράτος. Η τελευταία αυτή άποψη μάς φαίνεται πλησιέστερη προς την αλήθεια, αν σκεφθεί κανείς ότι μπροστά στον επερχόμενο κίνδυνο δεν ήσαν λίγοι οι διανοούμενοι της εποχής που, είτε από αηδία προς την επικρατούσα κατάσταση, είτε από φόβο, επέλεγαν τον δρόμο της φυγής προς τον -για την ώρα- απρόσιτο Νότο. Πολλές ήσαν οι επώνυμες οικογένειες όπως εκείνη του Λάσκαρη, που ήδη είχαν επιλέξει τον Μυστρά ως ασφαλές καταφύγιό τους. Αποτέλεσμα αυτού ήταν η εκεί ανάπτυξη του Εμπορίου και των Γραμμάτων, καθώς και η ανάδειξη εκείνου του μικρού μεσαιωνικού χωριού, σε πόλο ιδιαίτερα ελκυστικό για κάθε είδους οραματιστές αλλά και, γενικώς ειπείν, «ελπίζοντες».

Ένας άλλος λόγος που έκανε τον Γεμιστό, αλλά και όλους τους άλλους που χαρακτηρίζονταν από τις ίδιες αγωνίες να στρέψουν την προσοχή τους προς την Πελοπόννησο, ήταν ο ρόλος που της προσέδιδε η στρατηγική της θέση στο διεθνές εμπόριο της εποχής. Όπως είναι γνωστό, η όλη πολιτική στη λεκάνη της Μεσογείου, κατά ένα μεγάλο ποσοστό είχε να κάνει με τα οικονομικά συμφέροντα των παράλιων κυρίως ιταλικών πόλεων. Η Πελοπόννησος λοιπόν, σαν ένας κρίκος από τον κλασικό και καλά δοκιμασμένο δρόμο προς τα παράλια της Παλαιστίνης (Βενετία, Κέρκυρα, Ζάκυνθος, Μεθώνη, Κύπρος και πάει λέγοντας ) έδινε τη δυνατότητα στον Γεμιστό να παζαρέψει ή να επιβάλλει την ύπαρξή της με καλύτερους όρους, ιδίως μετά τη δραματική μεταστροφή των Δυτικών υπέρ των εξαπλούμενων Τούρκων.

Πάνω απ’ όλα όμως, ο Πλήθων αναζητούσε έναν ασφαλή γεωγραφικό χώρο, απαλλαγμένο από καλογερίστικους βυζαντινισμούς, ο οποίος τροφοδοτούμενος με τις ιδέες της Ευνομίας και της Αρετής θα μπορούσε πολύ σύντομα να αντισταθεί στην επερχόμενη καταστροφή. Ποτισμένος από τον λόγο του δασκάλου του Κυδώνη, ο Πλήθων έψαξε για έναν τόπο όπου η ζωή δεν θα ήταν δυστυχία, αλλά χαρά και ευτυχία. Για ένα τόπο, όπου ο ξαναγεννημένος Ελληνικός Λόγος θα κατάφερνε μέσα από το μοναδικό εργαλείο που γνωρίζει, δηλαδή μέσα από τους Νόμους, να ξαναπροτείνει και πάλι την χαμένη έννοια του πολίτη. Για έναν τόπο τέλος, όπου ο εσωτερικός άνθρωπος θα ξαναεπιχειρούσε την επανεύρεση της παλαιάς ενότητός του με τον Κόσμο.

Η Πελοπόννησος, εκτός των σωζομένων εθνικών, πολιτισμικών και γλωσσικών ελληνικών στοιχείων, αποτελούσε λοιπόν ένα εξαίρετο γεωστρατηγικό σημείο στον ευρύτερο χάρτη της Ανατολικής Μεσογείου. Η δυνατή οχύρωσή της από τη μεριά του Ισθμού, έφραζε το δρόμο για κάθε επίδοξο εισβολέα δυναμώνοντας τα γνωστά επιχειρήματα του Γεμιστού: «Αλλ’ εις ασφάλειαν τίνος ουκ αν είη κρείττων χώρας, νήσος τε ούσα τηλικαύτη ομού και ήπειρος η αυτή και παρέχουσα τοις ενοικούσι κατά τρόπον χρωμένοις ταις υπάρχουσαις αφορμαίς, απ’ ελαχίστης μεν της παρασκευής, ει τις επίοι αμύνεσθαι, υπάρχειν δε και επεξιέναι, όταν εθέλθωσιν. Ώστε και άλλης ουκ ολίγης αν ραδίως προς τήδε κρατείν…» δηλαδή «…Αλλά και σχετικά με το ζήτημα της ασφαλείας από ποια χώρα δεν είναι ανώτερη; Γιατί συγχρόνως είναι και μεγάλη νήσος ή ίδια και ήπειρος και δίνει τη δυνατότητα στους κατοίκους της, όταν κατά κατάλληλο τρόπο χρησιμοποιούν τα ορμητήριά της, να αποκρούουν με ελαχίστη προπαρασκευή τον εχθρό που θα έκανε επίθεση. Παρέχει επίσης την ευκαιρία να κάνουν οι κάτοικοί της εκστρατείες εναντίον άλλων, όταν το θελήσουν. Ώστε εύκολα να μπορούν να γίνουν κύριοι και άλλων χωρών…» Αυτά τονίζει ο Πλήθων σε ένα από τα τρία του υπομνήματα προς τους Παλαιολόγους.

Από την καρδιά της Πελοποννήσου άρχισε λοιπόν ο σοφός Πλήθων να βάζει τα θεμέλια μίας νέας μεταρρύθμισης, όχι για την ανάκαμψη της πάλαι ποτέ «κραταιάς» αυτοκρατορίας των Βυζαντινών, αλλά μόνο για τη δημιουργία των προϋποθέσεων ενός εντελώς καινούργιου ξεκινήματος του Ελληνισμού μέσα στον ίδιο γεωγραφικό χώρο της Κλασικής Ελλάδος. Ο φιλοσοφικός του λόγος φιλοδοξούσε ν’ αντικαταστήσει τον κυρίαρχο Χριστιανισμό και να οδηγήσει στην ανάσταση του παλιού, αρχαίου, εθνικού μεγαλείου των Ελλήνων. Απογοητευμένος από την ησυχαστική τάση του ανατολικού Χριστιανισμού που εκείνη την εποχή ήταν πλέον κυρίαρχη σε όλα τα επίπεδα, ο Πλήθων αναζήτησε, συνέλαβε και πρότεινε μία περισσότερο πολιτική θρησκεία, ικανή να ανασυντάξει τον κατεστραμμένο ιστό στην προετοιμασία για ένα εντελώς νέο ευνομούμενο Κράτος των Ελλήων, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του νέου κόσμου που τότε διαμορφωνόταν. Η ανάδειξη της σημασίας του Φυσικού Κόσμου, η θέληση για ζωή μέσα σε αυτόν και όχι στους νεφελώδεις υπερβατικούς ουρανούς, τού ήταν γνωστό ότι θα γεννούσε στις ψυχές των ανθρώπων την ανάγκη για μία διαφορετική, πολύ πιο άνθρώπινη και ελπιδοφόρα οργάνωση της επίγειας ζωής τους. Προς αυτή λοιπόν την κατεύθυνση, η πραγμάτωση της περίφημης Πολιτείας του Πλάτωνος στα μέσα της δεύτερης χιλιετίας και στην ασφαλή σχετικά χώρα των αρχαίων Λακεδαιμονίων έγινε το μεγάλο όραμα του Γεωργίου Γεμιστού.

Όχι μόνο για τον ίδιο, αλλά επίσης και για όλους όσους μοιράζονταν μαζί του το όραμα της αναγέννησης του Ελληνικού Κόσμου, η Πελοπόννησος συγκέντρωνε πάνω της όλες τις ελπίδες αλλά και τις αγωνίες του επιχειρήματος. Από εκεί, ο Πλήθων συνέταξε -όπως ήδη αναφέραμε- τρία πολύ σημαντικά υπομνήματα περί οργάνωσης και αναδιάρθρωσης του Κράτους. Για τα σημαντικότατα εκείνα υπομνήματα που προκάλεσαν το ενδιαφέρον ακόμη και του Fallmerayer, πολλά έχουν μέχρι σήμερα ειπωθεί και πολλά επίσης γραφτεί. Στην Ελλάδα, άρχισαν να γίνονται γνωστά μόνο μετά το 1870, όταν ο A. Ellissen μπήκε στον κόπο να μας τα μεταφράσει. Χαρακτηριστικό της μέχρι τότε έλλειψης αυτών των σημαντικών στοιχείων υπήρξε και το παράπονο του ιστορικού Παπαρρηγόπουλου: «…του Γεμιστού Πλήθωνος, δεν έχω κατά δυστυχίαν, κείμενον και ούτε εν τη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου υπάρχει…»



Κώσταs Π. Μανδηλάs
«ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΜΙΣΤΟΣ – ΠΛΗΘΩΝ»

.

3 comments:

Alkman said...

Του Κωστή Παλαμά
(αφιερωμένο στον Πλήθωνα )




Οι Πολύθεοι


Μακαρισμένος εσύ που μελέτησες
να τον ορθώσης απάνω στους ώμους σου
το συντριμμένο ναό των Ελλήνων!
Του Νόμου τ’ άγαλμα σταίνεις κορώνα του,
στις μαρμαρένιες κολώνες του σκάλισες
τους λογισμούς των Πλωτίνων.

Είδες τον κόσμο κι ατέλειωτο κι άναρχο
ψυχών και θεών, μαζί κύριων και υπάκουων,
σφιχτοδετά κρατημένη αρμονία
και των καπνών και των ίσκιων τα είδωλα
παραμερίζοντας όλα, ίσα τράβηξες
προς την Αιτία
και σε κρυψώνα ιερό, και σωπαίνοντας
έσπειρες, έξω απ’ το μάτι του βέβηλου,
κ’ έπλασες λιόκαλη εσύ σπαρτιάτισσα
τη θυγατέρα σου την Πολιτεία.

Στους χριστιανούς τους μισόζωους ανάμεσα
ξαναζωντάνεψες Ολυμπους άγνωρους,
έθνη καινούριων αθανάτων κι άστρων
μέσα σε σένα Λυκούργοι και Πλάτωνες
απαντηθήκαν, το λόγο ξανάνιωσες
των Ζωροάστρων.

Κι αφού το τέκνο μεγάλωσες, ένιωσες
τότε μονάχα την κούραση, κ’ έγυρες
ζωή κατόχρονη ισόθεης σκέψης,
κι αλαφροπήρε σε ο θάνατος κ’ έφυγες
το μυστικό, τρισμκάριε, τον ίακχο
με τους Ολύμπιους θεούς να χορέψης.

Σοφός, κριτής και προφήτης μας μοίρασες
από το γάλα που εσένα σε πότισε
της Ουρανίας Αφροδίτης η ρώγα.
Του κόσμου αφήνεις το τέκνο, το θάμα σου
μα ο μισερός κι ο στραβός κι ο ζηλόφτονος
λυσσομανάει και το ρίχνει στη φλόγα.

Όμως ο αέρας τριγύρω στη φλόγα σου
πνοή σοφίας κι αλήθειες πνοή γίνεται,
κι από τη θράκα της φλόγας πετάχτη
στον ήλιο ολόισα ένας νους μεγαλόφτερος
τ’ αποκαίδια σου κρύβουμε γκόλφια μας,
και θησαυρός της φωτιάς σου είν’ η στάχτη!

Anonymous said...

Πολύ ενδιαφέρον άρθρο ΑΛΚΜΑΝ,που δίνει μια ευκρινή εικόνα του τελευταίου Έλληνα φιλοσόφου,Πλήθωνα,στο λυκαυγες της Βυζαντινής αυτοκρατορίας.Θα σημειώσω δύο λεπτομέρειες για τη σημασία του έργου του Πλήθωνα:θεωρείται ο πατέρας της ευρωπαϊκής αναγέννησης(!),αφού στο πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας όπου και τιμήθηκε το έργο του,ξαναφούντωσε το ενδιαφέρον για τον Πλάτωνα και την αρχαία κλασσική παιδεία μετά από πολλούς αιώνες.Αξιζει να σημειωθεί και ο σπουδαίος Βησσαρίων.
Και δεύτερο,τα οστά του μεταφέρθηκαν στην Ιταλία,όπου και τιμήθηκε σαν άγιος (!).


...και ένα άγνωστο ποίημα του Καβάφη,"μετά το κολύμβημα":

"Δεν είχεν άδικο όλως διόλου ο φτωχός ο Γεμιστός
να θέλει και να λέη να ξαναγίνουμε εθνικοί.
Η πίστη μου η αγία πάντα βέβαια σεβαστή-
αλλά μεχρι τινός είναι ευνόητος ο Γεμιστός. "
ΠΗΓΗ:απαντα Καβάφη Ρένου Ήρκου και
Στάντη Αποστολίδη εκδοσεις:Τα ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ


"ΚΑΣΤΑΛΙΑ ΠΗΓΗ"

roidis said...

κατατοπιστικότατο άρθρο! με γλαφυρότητα δίνει στοιχεία και στον απλούστερο τον αναγνωστών να καταλάβει.

μπράβο.