.
A 2,200-year-old statue of the goddess Hera has been found in a wall of a city under Mount Olympus, mythical home of Greece's ancient gods, archaeologists announced Thursday.
The headless marble statue was discovered last year during excavations in the ruins of ancient Dion, some 50 miles southwest of Thessaloniki.
Archaeologist Dimitris Pantermalis said the life-sized statue had been used by the early Christian inhabitants of the city of Dion as filling for a defensive wall.
He said the 2nd century-B.C. find appeared to have originally stood in a temple of Zeus, leader of the ancient Greek gods, whose statue was found in the building's ruins in 2003. The statue of Hera stood next to that of Zeus in the temple, said Pantermalis, a Thessaloniki University professor who has headed excavations at Dion for more than three decades.
“The statue represents a female form seated on a throne, and is made of thick-grained marble like the one of Zeus,'' he said. “It shows exactly the same technique and size, which led us to link the two statues beyond doubt.''
Pantermalis said that, if confirmed, it would be the first time two statues of different gods have been located from a single temple in Greece. He said it was also possible that a statue of Athena, goddess of wisdom, could have stood in the temple of Zeus. He said he was hopeful that it might be found during future excavation.
Dion was a major religious center of the ancient Macedonians. Alexander the Great offered sacrifices there before launching his victorious campaign against the Persian Empire in the 4th century B.C.
Excavations so far have revealed temples, theaters and a stadium, city walls, a hotel, baths and streets with an elaborate drainage system, as well as many statues.
The area was first inhabited during the Iron Age, and survived into early Christian times, when it was the seat of a bishop.
Pantermalis will present the find on Friday, during a three-day archaeological conference that opened in Thessaloniki Thursday.
Costas Kantouris, The Associated Press
.
Saturday, March 03, 2007
Friday, March 02, 2007
ΜΙΑ 15ΧΡΟΝΗ τίναξε στον αέρα τη γιορτή των Τριών Ιεραρχών στο Σικάγο!
.
«Πολ Ποτ ο Ιουστινιανός»
«Ο χριστιανισμός υπεύθυνος για πολλές θηριωδίες»
Και εγένετο... χαμός! Μόνο έτσι μπορεί να περιγράψει κανείς τις κωμικοτραγικές σκηνές που διαδραματίστηκαν στη γιορτή των Τριών Ιεραρχών στο Σικάγο, που διοργάνωσε, όπως κάνει κάθε χρόνο, η ελληνική παροικία της πόλης.
Στο γεύμα που πραγματοποιήθηκε στο ξενοδοχείο «Ritz» παρίσταντο εξέχοντα μέλη της ελληνοαμερικανικής κοινότητας μεταξύ των οποίων και ο αρχιεπίσκοπος Αμερικής Δημήτριος και ο μητροπολίτης της πόλης Ιάκωβος. Οπως κάθε έτος έτσι και φέτος είχε κληθεί ένας ομιλητής να αναπτύξει ένα θέμα. Το φετινό θέμα ήταν ο ελληνοχριστιανικός πολιτισμός και ομιλήτρια η Προμηθέα, μια 15χρονη κοπέλα με μαγικές επιδόσεις στα μαθηματικά. Σε ηλικία 6 ετών η Προμηθέα είχε τελειώσει την ύλη του δημοτικού και του γυμνασίου και σε ηλικία 14 ετών είχε πάρει πτυχία σε θετικές επιστήμες από μερικά από τα κορυφαία αμερικανικά πανεπιστήμια. Πέρα από τα μαθηματικά, η Προμηθέα είχε και ένα άλλο χόμπι: την αρχαία Ελλάδα και τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό. Μάλιστα, «Το Βήμα» πρόσφατα είχε δημοσιεύσει ένα πορτρέτο της νεαρής μαθήτριας στο οποίο έκανε εκτεταμένη αναφορά στην αγάπη της για την Ελλάδα.
Ξεκινώντας την ομιλία της σε άπταιστη καθαρεύουσα, αν και με αμερικανική προφορά, η νεαρή μαθηματικός έθεσε το ερώτημα σχετικά με τα αίτια που κατέστρεψαν τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Για να να δώσει αμέσως την απάντηση: «Ο χριστιανισμός», αυτή «η θρησκεία μίσους», ο χριστιανισμός ήταν ο ένας και μοναδικός υπεύθυνος για αυτή την «ανεπανάληπτη θηριωδία», αυτό το «αποτρόπαιο έγκλημα», όπως το χαρακτήρισε, κατά της αρχαίας Ελλάδας. Συνεχίζοντας η νεαρή ομιλήτρια περιέγραψε με ιδιαίτερα γλαφυρό τρόπο, χρησιμοποιώντας πηγές της εποχής, τις θηριωδίες που διέπραξαν οι χριστιανοί εναντίον των αρχαίων Ελλήνων κατά τα πρώτα έτη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Η ομιλήτρια επικεντρώθηκε ιδιαίτερα στο στρατόπεδο συγκέντρωσης της Σκυθούπολης, αυτό το «χριστιανικό σφαγείο», το οποίο είχαν στήσει οι πρώτοι μετά τον Κωνσταντίνο βασιλείς του Βυζαντίου. Εκεί μεταφέρονταν αλυσοδεμένοι όσοι Ελληνες επέμεναν να διατηρούν τα παλαιά ήθη για να εξοντωθούν μετά από φρικτά βασανιστήρια. Το στρατόπεδο αυτό λειτούργησε για 20 έτη και, όπως είπε, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο «βάρβαρο και απάνθρωπο τρόπο» με τον οποίο οι χριστιανοί εξόντωσαν τους συνεχιστές της αρχαιοελληνικής παράδοσης.
«Δεν υπήρξε ποτέ ελληνικότητα του Βυζαντίου», διακήρυξε η ομιλήτρια και συνέχισε περιγράφοντας τους διωγμούς του Ιουστινιανού, αυτού του «αιματοβαμμένου τυράννου» και «ανθρωπόμορφου δαίμονα», όπως τον χαρακτήρισε. Ο Ιουστινιανός εφάρμοσε μια πολιτική φυσικής και πνευματικής «γενοκτονίας» του Ελληνισμού, καταστρέφοντας ναούς και αγάλματα και απαγορεύοντας τους Ολυμπιακούς Αγώνες, τα Ελευσίνια Μυστήρια και τη λειτουργία του Μαντείου των Δελφών. Με αυτόν τον τρόπο προσπάθησε -όπως αργότερα ο Πολ Ποτ στην Καμπότζη- να εξαλείψει κάθε σύμβολο που θύμιζε την παλαιά εποχή.
Οι παριστάμενοι φυσικά είχαν μείνει άναυδοι. Ιδιαίτερα αμήχανοι ήσαν οι δύο εκπρόσωποι της Ορθοδοξίας, ο αρχιεπίσκοπος Δημήτριος και ο μητροπολίτης Ιάκωβος, που κάθονταν στα δεξιά και αριστερά της ομιλήτριας. Ασφαλώς θα προτιμούσαν να άνοιγε η γη να τους καταπιεί.
Συνεχίζοντας απτόητη η νεαρή Προμηθέα έφτασε και στα νεότερα χρόνια. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, είπε, προσπάθησε «με αφορισμούς και απειλές» να σταματήσει την εξέγερση των Ελλήνων εναντίον των Τούρκων. Ταυτόχρονα, η ομιλήτρια έκανε εκτεταμένη αναφορά σε περιπτώσεις -όπως του γιου του Κολοκοτρώνη, Ιωάννη- που προδόθηκαν από κληρικούς και καλόγερους στους Τούρκους με αποτέλεσμα να βρουν τραγικό θάνατο. Η ομιλήτρια δεν παρέλειψε να τονίσει ότι το Κρυφό Σχολείο ήταν «μύθος» και το μόνο που ενδιέφερε την Εκκλησία ήταν να κρατήσει τους Ελληνες στο σκοτάδι και στην αμορφωσιά. «Ο μοναδικός μοχλός πίεσης για την αλλαγή του καθεστώτος», είπε: «ήσαν οι Ελληνες Διαφωτιστές του εξωτερικού». Και αυτός ήταν ο λόγος -συνέχισε- που κυνηγήθηκαν τόσο πολύ από την Ορθοδοξία.
Οσο προχωρούσε η ομιλία τόσο αυξανόταν το κλίμα της δυσφορίας στην αίθουσα. Και όταν πλέον πλησίαζε το τέλος, πολλοί θερμόαιμοι ακροατές, όρθιοι, διέκοπταν την ομιλήτρια και την πλησίαζαν με απειλητικές διαθέσεις. Την κατάσταση έσωσε ο μητροπολίτης Ιάκωβος ο οποίος παίρνοντας το μικρόφωνο και αποτεινόμενος με οργισμένο ύφος στους ταραξίες είπε: «Δεν είσαστε μόνο εσείς ορθόδοξοι και Ελληνες. Μην διακόπτετε! Οφείλετε σεβασμό στην ομιλήτρια!».
Και με αυτόν τον τρόπο αποφεύχθηκαν τα χειρότερα και επικράτησε και πάλι η επί γης ειρήνη. Ολόκληρο το βίντεο της ομιλίας και της εκδήλωσης μπορείτε να το βρείτε στο: http://www.helenair.com/articles/2005/05/01/sunday/c01050105_03.txt
ΤΑΚΗΣ ΜΙΧΑΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
.
Στο γεύμα που πραγματοποιήθηκε στο ξενοδοχείο «Ritz» παρίσταντο εξέχοντα μέλη της ελληνοαμερικανικής κοινότητας μεταξύ των οποίων και ο αρχιεπίσκοπος Αμερικής Δημήτριος και ο μητροπολίτης της πόλης Ιάκωβος. Οπως κάθε έτος έτσι και φέτος είχε κληθεί ένας ομιλητής να αναπτύξει ένα θέμα. Το φετινό θέμα ήταν ο ελληνοχριστιανικός πολιτισμός και ομιλήτρια η Προμηθέα, μια 15χρονη κοπέλα με μαγικές επιδόσεις στα μαθηματικά. Σε ηλικία 6 ετών η Προμηθέα είχε τελειώσει την ύλη του δημοτικού και του γυμνασίου και σε ηλικία 14 ετών είχε πάρει πτυχία σε θετικές επιστήμες από μερικά από τα κορυφαία αμερικανικά πανεπιστήμια. Πέρα από τα μαθηματικά, η Προμηθέα είχε και ένα άλλο χόμπι: την αρχαία Ελλάδα και τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό. Μάλιστα, «Το Βήμα» πρόσφατα είχε δημοσιεύσει ένα πορτρέτο της νεαρής μαθήτριας στο οποίο έκανε εκτεταμένη αναφορά στην αγάπη της για την Ελλάδα.
Ξεκινώντας την ομιλία της σε άπταιστη καθαρεύουσα, αν και με αμερικανική προφορά, η νεαρή μαθηματικός έθεσε το ερώτημα σχετικά με τα αίτια που κατέστρεψαν τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Για να να δώσει αμέσως την απάντηση: «Ο χριστιανισμός», αυτή «η θρησκεία μίσους», ο χριστιανισμός ήταν ο ένας και μοναδικός υπεύθυνος για αυτή την «ανεπανάληπτη θηριωδία», αυτό το «αποτρόπαιο έγκλημα», όπως το χαρακτήρισε, κατά της αρχαίας Ελλάδας. Συνεχίζοντας η νεαρή ομιλήτρια περιέγραψε με ιδιαίτερα γλαφυρό τρόπο, χρησιμοποιώντας πηγές της εποχής, τις θηριωδίες που διέπραξαν οι χριστιανοί εναντίον των αρχαίων Ελλήνων κατά τα πρώτα έτη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Η ομιλήτρια επικεντρώθηκε ιδιαίτερα στο στρατόπεδο συγκέντρωσης της Σκυθούπολης, αυτό το «χριστιανικό σφαγείο», το οποίο είχαν στήσει οι πρώτοι μετά τον Κωνσταντίνο βασιλείς του Βυζαντίου. Εκεί μεταφέρονταν αλυσοδεμένοι όσοι Ελληνες επέμεναν να διατηρούν τα παλαιά ήθη για να εξοντωθούν μετά από φρικτά βασανιστήρια. Το στρατόπεδο αυτό λειτούργησε για 20 έτη και, όπως είπε, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο «βάρβαρο και απάνθρωπο τρόπο» με τον οποίο οι χριστιανοί εξόντωσαν τους συνεχιστές της αρχαιοελληνικής παράδοσης.
«Δεν υπήρξε ποτέ ελληνικότητα του Βυζαντίου», διακήρυξε η ομιλήτρια και συνέχισε περιγράφοντας τους διωγμούς του Ιουστινιανού, αυτού του «αιματοβαμμένου τυράννου» και «ανθρωπόμορφου δαίμονα», όπως τον χαρακτήρισε. Ο Ιουστινιανός εφάρμοσε μια πολιτική φυσικής και πνευματικής «γενοκτονίας» του Ελληνισμού, καταστρέφοντας ναούς και αγάλματα και απαγορεύοντας τους Ολυμπιακούς Αγώνες, τα Ελευσίνια Μυστήρια και τη λειτουργία του Μαντείου των Δελφών. Με αυτόν τον τρόπο προσπάθησε -όπως αργότερα ο Πολ Ποτ στην Καμπότζη- να εξαλείψει κάθε σύμβολο που θύμιζε την παλαιά εποχή.
Οι παριστάμενοι φυσικά είχαν μείνει άναυδοι. Ιδιαίτερα αμήχανοι ήσαν οι δύο εκπρόσωποι της Ορθοδοξίας, ο αρχιεπίσκοπος Δημήτριος και ο μητροπολίτης Ιάκωβος, που κάθονταν στα δεξιά και αριστερά της ομιλήτριας. Ασφαλώς θα προτιμούσαν να άνοιγε η γη να τους καταπιεί.
Συνεχίζοντας απτόητη η νεαρή Προμηθέα έφτασε και στα νεότερα χρόνια. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, είπε, προσπάθησε «με αφορισμούς και απειλές» να σταματήσει την εξέγερση των Ελλήνων εναντίον των Τούρκων. Ταυτόχρονα, η ομιλήτρια έκανε εκτεταμένη αναφορά σε περιπτώσεις -όπως του γιου του Κολοκοτρώνη, Ιωάννη- που προδόθηκαν από κληρικούς και καλόγερους στους Τούρκους με αποτέλεσμα να βρουν τραγικό θάνατο. Η ομιλήτρια δεν παρέλειψε να τονίσει ότι το Κρυφό Σχολείο ήταν «μύθος» και το μόνο που ενδιέφερε την Εκκλησία ήταν να κρατήσει τους Ελληνες στο σκοτάδι και στην αμορφωσιά. «Ο μοναδικός μοχλός πίεσης για την αλλαγή του καθεστώτος», είπε: «ήσαν οι Ελληνες Διαφωτιστές του εξωτερικού». Και αυτός ήταν ο λόγος -συνέχισε- που κυνηγήθηκαν τόσο πολύ από την Ορθοδοξία.
Οσο προχωρούσε η ομιλία τόσο αυξανόταν το κλίμα της δυσφορίας στην αίθουσα. Και όταν πλέον πλησίαζε το τέλος, πολλοί θερμόαιμοι ακροατές, όρθιοι, διέκοπταν την ομιλήτρια και την πλησίαζαν με απειλητικές διαθέσεις. Την κατάσταση έσωσε ο μητροπολίτης Ιάκωβος ο οποίος παίρνοντας το μικρόφωνο και αποτεινόμενος με οργισμένο ύφος στους ταραξίες είπε: «Δεν είσαστε μόνο εσείς ορθόδοξοι και Ελληνες. Μην διακόπτετε! Οφείλετε σεβασμό στην ομιλήτρια!».
Και με αυτόν τον τρόπο αποφεύχθηκαν τα χειρότερα και επικράτησε και πάλι η επί γης ειρήνη. Ολόκληρο το βίντεο της ομιλίας και της εκδήλωσης μπορείτε να το βρείτε στο: http://www.helenair.com/articles/2005/05/01/sunday/c01050105_03.txt
ΤΑΚΗΣ ΜΙΧΑΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
.
Wednesday, February 28, 2007
Η λατρεία της θέας Αφροδίτης στην Κύπρο και τα μυστήρια των Κινυράδων
.
Σύμφωνα με τους αρχαίους ιστορικούς άλλα και την αρχαιολογική σκαπάνη, ιδρυτής και αρχιερέας του ναού της Θεάς Αφροδίτης στην Παφο, ήταν ο βασιλιάς της περιοχής Κινύρας.
Ξεχωριστή θέση ανάμεσα στις εορτές της θεάς που τελούνταν πολλές φορές των χρόνο, ήταν τα περίφημα μυστήρια των Κυνηράδων . ’λλες γνωστές εορτές, τα ονόματα των οποίων διασώθηκαν, ήταν τα Ζαρκόρια, γιορτή που έκαναν προς τιμή της θεάς οι ιερείς και οι υπηρέτες του ναού . Τα Περιόρια , εορτή καθαρμού που προηγείτο της μεγάλης εορτής των Αφροδίσιων . Τα Aφροδίσια τελούνταν τον Απρίλη, διαρκούσαν τρεις ολόκληρες μέρες και συγκέντρωναν χιλιάδες κόσμου , όχι μονό από την Κύπρο άλλα από όλες τις περιοχές της μεσογείου.
Οι αρχαίοι ιστορικοί άλλα και οι σύγχρονοι ερευνητές αναφέρουν, ότι τα μυστήρια των Κυρινάδων ελάμβαναν χώρο τον μήνα Ιούλιο. Αν και οι πληροφορίες που διαθέτουμε είναι πενιχρές λόγω της εχεμύθειας που επιβαλλόταν στους μύστες , γνωρίζουμε ότι οι τελετές μύησης των μυστηρίων, χωρίζονταν σε τρεις βαθμίδες.
Η μύηση στην πρώτη βαθμίδα διαρκούσε τέσσερις μέρες . Ο μυούμενος έδινε στον ιερέα ένα νόμισμα και ο ιερέας έδινε στον μυούμενο αλάτι και ένα ομοίωμα φαλλού . Μέσα από αυτή την συμβολική ανταλλαγή ο μυούμενος εκδήλωνε προς το ιερέα την απόφαση του να λάβει μέρος στα μυστήρια και να πάρει έναντι των υλικών αγαθών, το σύμβολο της γονιμότητας , που είναι ο φαλλός και το αλάτι που συμβολίζει την θαλάσσια προέλευση της θεάς.
Την πρώτη μέρα των μυστηρίων της πρώτης βαθμίδας, ο μυούμενος λάβανε μέρος σε αθλητικούς αγώνες, την δεύτερη πήγαινε στην θάλασσα και λουζόταν και την τρίτη πρόσφερε αναίμακτες θυσίες στην Θέα. Την νύκτα πριν την τέταρτη μέρα ο μυούμενος έμενε άγρυπνος στο ιερό της Θεάς και το πρωί ανακηρυσσόταν μύστης από τον αρχιερέα του Ναού, που του πρόσφερε τον << Πυραμούντα >> μια πίτα από αλεύρι και μέλη.
Η τελετή τελείωνε με ελαιοχριστία του ιερού κώνου, που συμβόλιζε την θεά.
Η μύηση στην δεύτερη βαθμίδα διαρκούσε δυο η τρεις μέρες και είχε ως κύριο σημείο αναφοράς, τον μύθο της Αφροδίτης και του ’δωνη. Την πρώτη μέρα που ονομαζόταν ΄΄Αφανισμός΄ , ο μυούμενος θρηνούσε τον θάνατο του ’δωνη και καθώς στόλιζε την νεκρική κλίνη με λουλούδια, έψελνε επιτάφιους ύμνους.
Την δεύτερη η την τρίτη ημέρα, που ονομαζόταν ΄΄Εύρεση΄΄ ο μυούμενος εόρτασε με χορούς και ύμνους την ανάσταση του νεαρού θεού.
Η τρίτη βαθμίδα μύησης αναφερόταν στην τελειοποίηση των μυστών. Δυστυχώς τα στοιχεία που έχουμε για την ανωτάτη αυτή βαθμίδα, είναι τόσο πενιχρά που μπορούμε να κάνουμε μόνο εικασίες .
Πιθανολογείται πάντως ότι κατά την διάρκεια της μύησης τελούνταν εορτές προς στην Πωγωνοφόρο και Ουράνια Αφροδίτη. Σύμβολα αυτών των τελετών ήταν τα περιστέρια και οι οβελίσκοι.
ΟΙ ΙΕΡΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΙΕΡΕΙΕΣ ΤΗΣ ΘΕΑΣ
Το ιερό της Αφροδίτης στην Παφος υπηρετούσαν δύο οικογένειες, οι Ταμιράδες και οι Κινυράδες.
Η Ταμιράδες ήταν οικογένεια μάντεων ιερέων με γενάρχη τον Ταμίρα, ο τελευταίος, εισήγαγε την μαντική τέχνη στην Κύπρο από την Κυλικία. Οι Κινυράδες ήταν οι απόγονοι του βασιλιά της Πάφου Κινύρα.
Στην αρχή της λειτουργίας του ιερού οι δυο αυτές οικογένειες υπηρετούσαν την θέα από κοινού. Με την πάροδο όμως του χρόνου και κάτω από συνθήκες που δεν έχουν διευκρινιστεί, οι Κινυράδες υποσκέλισαν τους Ταμιράδες και πήραν εξολοκλήρου, τα ινία της λειτουργίας του ναού.
Η ιερατική τάξη ήταν διαιρεμένη σε διάφορες βαθμίδες. Επικεφαλής του Ιερού ήταν ο ιερέας της ’νασσας και ακολουθούσε ο Αγύτωρ που διεύθυνε τις προσφορές των πιστών προς την Θεά. ’λλοι γνωστοί τίτλοι είναι ο νύχιος νηοπόλος που πιθανολογείται ότι ήταν ο νυκτερινός φύλακας του ιερού και η Ανθηφόρος αρχιέρεια που απαντάται στους γυναικείους τίτλους.
Η λειτουργία του ναού της Αφροδίτης διεκόπη μετά από την εφαρμογή των διαταγμάτων του βάρβαρου βυζαντινού αυτοκράτορα Θεοδοσίου στην Κύπρο , το 400 μετά χριστιανικής χρονολογήσεως.
Η λατρεία όμως της Θεάς δεν ξεριζώθηκε από τις ψυχές των ανθρώπων , οι νεαρές τις περιοχής, ανάβουν μέχρι σήμερα το κερί τους και απευθύνονται στην δέσποινα παναγία την Αφροδίτισσα για να τους χαρίσει γονιμότητα. Η εκκλησία που κτίσθηκε από τα ερείπια του ναού, δίπλα από το αρχαίο ιερό, ονομαζόταν μέχρι πρόσφατα Παναγία η Αφροδίτισσα. Αυτό βέβαια δεν είναι το μόνο παράδοξο που συμβαίνει στην περιοχή , τα τελευταία χρόνια ντόπιοι και τουρίστες αφού πρώτα ορκίζονται στο όνομα της Αφροδίτης αιώνιους όρκους αγάπης προς τον σύντροφο τους , δένουν ακολούθως κορδέλες στα κλαδιά των δέντρων και των θάμνων που βρίσκονται έξω από το ιερό της θεάς αλλά και στην παραλία που μυθολογείτε ότι αυτή αναδύθηκε.
Βιβλιογραφία
1) Χρονικό 19 Μαΐου 2002 . ’ννα Μαραγκού . Έκδοση Εφημερίδα Πολίτης
2) Οδηγός ψηφιδωτών Πάφου.W.G. Daszewski ,Δ. Μιχαηλίδης . Έκδοση , Πολιτιστικό Ίδρυμα Τράπεζας Κύπρου 1989
3) Σύντομη Ιστορία και περιγραφή της Παλαίπαφου . F.G. Maier .Έκδοση , Κυπριακή Δημοκρατία.
Χάρηs Φουρνίδηs
.
Σύμφωνα με τους αρχαίους ιστορικούς άλλα και την αρχαιολογική σκαπάνη, ιδρυτής και αρχιερέας του ναού της Θεάς Αφροδίτης στην Παφο, ήταν ο βασιλιάς της περιοχής Κινύρας.
Ξεχωριστή θέση ανάμεσα στις εορτές της θεάς που τελούνταν πολλές φορές των χρόνο, ήταν τα περίφημα μυστήρια των Κυνηράδων . ’λλες γνωστές εορτές, τα ονόματα των οποίων διασώθηκαν, ήταν τα Ζαρκόρια, γιορτή που έκαναν προς τιμή της θεάς οι ιερείς και οι υπηρέτες του ναού . Τα Περιόρια , εορτή καθαρμού που προηγείτο της μεγάλης εορτής των Αφροδίσιων . Τα Aφροδίσια τελούνταν τον Απρίλη, διαρκούσαν τρεις ολόκληρες μέρες και συγκέντρωναν χιλιάδες κόσμου , όχι μονό από την Κύπρο άλλα από όλες τις περιοχές της μεσογείου.
Οι αρχαίοι ιστορικοί άλλα και οι σύγχρονοι ερευνητές αναφέρουν, ότι τα μυστήρια των Κυρινάδων ελάμβαναν χώρο τον μήνα Ιούλιο. Αν και οι πληροφορίες που διαθέτουμε είναι πενιχρές λόγω της εχεμύθειας που επιβαλλόταν στους μύστες , γνωρίζουμε ότι οι τελετές μύησης των μυστηρίων, χωρίζονταν σε τρεις βαθμίδες.
Η μύηση στην πρώτη βαθμίδα διαρκούσε τέσσερις μέρες . Ο μυούμενος έδινε στον ιερέα ένα νόμισμα και ο ιερέας έδινε στον μυούμενο αλάτι και ένα ομοίωμα φαλλού . Μέσα από αυτή την συμβολική ανταλλαγή ο μυούμενος εκδήλωνε προς το ιερέα την απόφαση του να λάβει μέρος στα μυστήρια και να πάρει έναντι των υλικών αγαθών, το σύμβολο της γονιμότητας , που είναι ο φαλλός και το αλάτι που συμβολίζει την θαλάσσια προέλευση της θεάς.
Την πρώτη μέρα των μυστηρίων της πρώτης βαθμίδας, ο μυούμενος λάβανε μέρος σε αθλητικούς αγώνες, την δεύτερη πήγαινε στην θάλασσα και λουζόταν και την τρίτη πρόσφερε αναίμακτες θυσίες στην Θέα. Την νύκτα πριν την τέταρτη μέρα ο μυούμενος έμενε άγρυπνος στο ιερό της Θεάς και το πρωί ανακηρυσσόταν μύστης από τον αρχιερέα του Ναού, που του πρόσφερε τον << Πυραμούντα >> μια πίτα από αλεύρι και μέλη.
Η τελετή τελείωνε με ελαιοχριστία του ιερού κώνου, που συμβόλιζε την θεά.
Η μύηση στην δεύτερη βαθμίδα διαρκούσε δυο η τρεις μέρες και είχε ως κύριο σημείο αναφοράς, τον μύθο της Αφροδίτης και του ’δωνη. Την πρώτη μέρα που ονομαζόταν ΄΄Αφανισμός΄ , ο μυούμενος θρηνούσε τον θάνατο του ’δωνη και καθώς στόλιζε την νεκρική κλίνη με λουλούδια, έψελνε επιτάφιους ύμνους.
Την δεύτερη η την τρίτη ημέρα, που ονομαζόταν ΄΄Εύρεση΄΄ ο μυούμενος εόρτασε με χορούς και ύμνους την ανάσταση του νεαρού θεού.
Η τρίτη βαθμίδα μύησης αναφερόταν στην τελειοποίηση των μυστών. Δυστυχώς τα στοιχεία που έχουμε για την ανωτάτη αυτή βαθμίδα, είναι τόσο πενιχρά που μπορούμε να κάνουμε μόνο εικασίες .
Πιθανολογείται πάντως ότι κατά την διάρκεια της μύησης τελούνταν εορτές προς στην Πωγωνοφόρο και Ουράνια Αφροδίτη. Σύμβολα αυτών των τελετών ήταν τα περιστέρια και οι οβελίσκοι.
ΟΙ ΙΕΡΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΙΕΡΕΙΕΣ ΤΗΣ ΘΕΑΣ
Το ιερό της Αφροδίτης στην Παφος υπηρετούσαν δύο οικογένειες, οι Ταμιράδες και οι Κινυράδες.
Η Ταμιράδες ήταν οικογένεια μάντεων ιερέων με γενάρχη τον Ταμίρα, ο τελευταίος, εισήγαγε την μαντική τέχνη στην Κύπρο από την Κυλικία. Οι Κινυράδες ήταν οι απόγονοι του βασιλιά της Πάφου Κινύρα.
Στην αρχή της λειτουργίας του ιερού οι δυο αυτές οικογένειες υπηρετούσαν την θέα από κοινού. Με την πάροδο όμως του χρόνου και κάτω από συνθήκες που δεν έχουν διευκρινιστεί, οι Κινυράδες υποσκέλισαν τους Ταμιράδες και πήραν εξολοκλήρου, τα ινία της λειτουργίας του ναού.
Η ιερατική τάξη ήταν διαιρεμένη σε διάφορες βαθμίδες. Επικεφαλής του Ιερού ήταν ο ιερέας της ’νασσας και ακολουθούσε ο Αγύτωρ που διεύθυνε τις προσφορές των πιστών προς την Θεά. ’λλοι γνωστοί τίτλοι είναι ο νύχιος νηοπόλος που πιθανολογείται ότι ήταν ο νυκτερινός φύλακας του ιερού και η Ανθηφόρος αρχιέρεια που απαντάται στους γυναικείους τίτλους.
Η λειτουργία του ναού της Αφροδίτης διεκόπη μετά από την εφαρμογή των διαταγμάτων του βάρβαρου βυζαντινού αυτοκράτορα Θεοδοσίου στην Κύπρο , το 400 μετά χριστιανικής χρονολογήσεως.
Η λατρεία όμως της Θεάς δεν ξεριζώθηκε από τις ψυχές των ανθρώπων , οι νεαρές τις περιοχής, ανάβουν μέχρι σήμερα το κερί τους και απευθύνονται στην δέσποινα παναγία την Αφροδίτισσα για να τους χαρίσει γονιμότητα. Η εκκλησία που κτίσθηκε από τα ερείπια του ναού, δίπλα από το αρχαίο ιερό, ονομαζόταν μέχρι πρόσφατα Παναγία η Αφροδίτισσα. Αυτό βέβαια δεν είναι το μόνο παράδοξο που συμβαίνει στην περιοχή , τα τελευταία χρόνια ντόπιοι και τουρίστες αφού πρώτα ορκίζονται στο όνομα της Αφροδίτης αιώνιους όρκους αγάπης προς τον σύντροφο τους , δένουν ακολούθως κορδέλες στα κλαδιά των δέντρων και των θάμνων που βρίσκονται έξω από το ιερό της θεάς αλλά και στην παραλία που μυθολογείτε ότι αυτή αναδύθηκε.
Βιβλιογραφία
1) Χρονικό 19 Μαΐου 2002 . ’ννα Μαραγκού . Έκδοση Εφημερίδα Πολίτης
2) Οδηγός ψηφιδωτών Πάφου.W.G. Daszewski ,Δ. Μιχαηλίδης . Έκδοση , Πολιτιστικό Ίδρυμα Τράπεζας Κύπρου 1989
3) Σύντομη Ιστορία και περιγραφή της Παλαίπαφου . F.G. Maier .Έκδοση , Κυπριακή Δημοκρατία.
Χάρηs Φουρνίδηs
.
Sunday, February 25, 2007
Circe
.
But as witchcraft may make a victim also of him or her who practices it, the nights of Circe could be wasted in fear because of the uncontrolled visions which filled her house. And so, for example, the walls and chambers of her palace could seem to be bathing in blood, while fire could seem to devour her magic herbs. That is why it was a relief for her when daylight came and she could bathe and clean her garments forgetting the scaring nightly visions.
If these were visions, those who came to her abode could hallucinate as much as she did, and if not, her world was in fact transformed. For Circe is said to have been surrounded by all kinds of beasts which cannot be seen elsewhere, having an appearance which reminds of what earth produced out of primeval slime. And yet, when others came to the palace of Circe, they also saw many beasts, but of the regular kind, that is, such as lions, bears and wolves, which however, acted as domesticated animals showing their kindness by wagging their tails. Some say these were actually the drugged victims of Circe.
Some of those who visited Aeaea have told that Circe, who lived in a house made of stone in the middle of a clearing in a forest dell, used to sit on a throne wearing a purple robe and a golden veil. They said that her attendants were Nereids and Nymphs, whose only task to sort out the plants and flowers of Circe's herbarium, and put them in separate baskets.
Besides supervising them Circe, while singing beautifully, wove delicate and dazzling fabrics, which is one of the goddesses' favorite occupations. Others have said that Circe was attended by four maids, one who threw covers over the chairs, another who drew silver tables up to the chairs, placing golden baskets on them, another who mixed the wine, and a fourth who fetched water and lit up the fire to warm it.
Circe fell in love with Glaucus, brother of the Nereids, who some say had once been a mortal fisherman but afterwards became a sea-deity by chewing a plant. However Glaucus loved Scylla, who was a most beautiful young woman, and when she went to bathe in the sea, Circe, out of jealousy, poisoned the water with her magic drugs. This is how the beautiful girl became a monster with the face and breast of a woman but having in her flanks six heads and twelve feet of dogs, and a danger for ships passing the strait of Messina between Sicily and Italy.
And after this she populated the surroundings with many beasts, for Picus' friends coming to her and asking for the young man, were all transformed by her into animals of many shapes, while Canens, in grief for Picus' absence, melted away in tears and vanished.
The island of Circe was visited by the Argonauts, when they were escaping the Colchian fleet. Some say that Medea, who was with Jason and the Argonauts, wished to visit her aunt, but others have said that it was the ship "Argo" itself which instructed them to come to Circe and be purified for the assassination of Medea's brother Apsyrtus. Others say that Zeus himself was seized by wrath when he learned about the ruthless murder of Apsyrtus, and he ordered that the Argonauts should be cleansed by Circe. In any case Medea and the Argonauts could leave Aeaea purified by the witch.
When Eurylochus's party found Circe's house, the witch invited them to enter and all of them followed her except captain Eurylochus, for he, suspecting a trap, stayed outside. Those who came in Circe treated with a mixture of cheese, barley meal, and honey flavored with Pramnian wine, to which she added a powerful drug to make them forgetful of their native land. When they had eaten their meal she struck them with her wand, and driving them off, put them in the pig sties, for they now looked like swine and grunted exactly like pigs, though their minds were unchanged.
When this happened Eurylochus hastened back to the beach and reported to Odysseus that his whole party had vanished. And when Odysseus decided to go to Circe's house there was no way to convince Eurylochus to make his way back to the house of the witch.
So Odysseus went by himself and in his way to Circe's he met Hermes who, while giving him an antidote (a plant called Moly with black root and white flower), which would rob Circe's drugs of its power, told him to oppose his sword to her wand, for she, fearing for her life, would shrink from him in terror and invite him to her bed. Hermes also advised Odysseus to accept Circe's favors while making her swear an oath not to try any more tricks, for otherwise, Hermes said, she could rob him of his courage and manhood.
"...so that in love and sleep we may learn to trustone another." (Circe to Odysseus)
and then Odysseus persuaded her to free his comrades. Circe then smeared their pig heads with a salve and they became men again, some say even more handsome and taller than before. And from that moment there was friendship between Circe and Odysseus' crew, and charmed by the hospitality of the witch they stayed with her for a whole year.
When the year had passed and Odysseus beseeched her to keep her promise and send him home to Ithaca, Circe told him that before she could do that, he would have to make a journey to the Underworld and consult the soul of the seer Tiresias about the outcome of his wanderings.
And this was the first time a ship sailed to Hades, blown by the North Wind (Boreas), and Odysseus was given by Circe all the instructions necessary to reach the Underworld, where to beach his boat, and how to proceed in order to meet the souls of the dead.
Circe, they say, had children by Odysseus, perhaps too many considering the time he spent in Aeaea, but goddesses, and even witches, may perform miracles.
When Telegonus, who others call son of Calypso, learned from his mother Circe that he was a son of Odysseus, he sailed in search of his father. Having come to Ithaca, he drove away some cattle, and when Odysseus defended them, Telegonus wounded him with a spear and Odysseus died of the wound. Telegonus bitterly lamented what he had done, but it is said that he was made immortal by Circe and sent to the Islands of the Blest together with Penelope.
Circe is the witch living in the island of Aeaea, who was visited by the crew of heroes called the Argonauts and the Trojan War hero Odysseus. Circe was a powerful witch who, with the help of herbs, muttering incantations, or praying to her gods, could turn men into animals or create unsubstantial images of beasts. She was able to darken the heavens by hiding the moon or the sun behind clouds, and destroy her enemies with poisonous juices, calling to her aid Nyx (Night), Chaos or Hecate, goddess of the crossroads. In her presence and because of her enchantments the woods could move, the ground rumble and the trees around her turn white.
But as witchcraft may make a victim also of him or her who practices it, the nights of Circe could be wasted in fear because of the uncontrolled visions which filled her house. And so, for example, the walls and chambers of her palace could seem to be bathing in blood, while fire could seem to devour her magic herbs. That is why it was a relief for her when daylight came and she could bathe and clean her garments forgetting the scaring nightly visions.
If these were visions, those who came to her abode could hallucinate as much as she did, and if not, her world was in fact transformed. For Circe is said to have been surrounded by all kinds of beasts which cannot be seen elsewhere, having an appearance which reminds of what earth produced out of primeval slime. And yet, when others came to the palace of Circe, they also saw many beasts, but of the regular kind, that is, such as lions, bears and wolves, which however, acted as domesticated animals showing their kindness by wagging their tails. Some say these were actually the drugged victims of Circe.
The witch Circe, whose hair resembled flames, lived in Aeaea, an island which could be located off the western or eastern coast of Italy, where she was brought by her father Helius. The name of this elusive island is what some call a palindrome, for it is the same when read backwards or forwards.
Some of those who visited Aeaea have told that Circe, who lived in a house made of stone in the middle of a clearing in a forest dell, used to sit on a throne wearing a purple robe and a golden veil. They said that her attendants were Nereids and Nymphs, whose only task to sort out the plants and flowers of Circe's herbarium, and put them in separate baskets.
Besides supervising them Circe, while singing beautifully, wove delicate and dazzling fabrics, which is one of the goddesses' favorite occupations. Others have said that Circe was attended by four maids, one who threw covers over the chairs, another who drew silver tables up to the chairs, placing golden baskets on them, another who mixed the wine, and a fourth who fetched water and lit up the fire to warm it.
Circe fell in love with Glaucus, brother of the Nereids, who some say had once been a mortal fisherman but afterwards became a sea-deity by chewing a plant. However Glaucus loved Scylla, who was a most beautiful young woman, and when she went to bathe in the sea, Circe, out of jealousy, poisoned the water with her magic drugs. This is how the beautiful girl became a monster with the face and breast of a woman but having in her flanks six heads and twelve feet of dogs, and a danger for ships passing the strait of Messina between Sicily and Italy.
It is in the neighbourhood of Circaeum, when the witch Circe was once gathering herbs, that she met Picus and instantly fell in love with him. This Picus, son of Cronos, was a demigod living on the Aventine hill. He also used powerful drugs and practiced clever incantations, being able to play many tricks. Circe loved him, but he, being in love with the singer Canens, daughter of Janus, refused her. Turning twice to the east and twice to the west while touching Picus thrice with her wand as she sang her charms, Circe turned him into a woodpecker.
And after this she populated the surroundings with many beasts, for Picus' friends coming to her and asking for the young man, were all transformed by her into animals of many shapes, while Canens, in grief for Picus' absence, melted away in tears and vanished.
The island of Circe was visited by the Argonauts, when they were escaping the Colchian fleet. Some say that Medea, who was with Jason and the Argonauts, wished to visit her aunt, but others have said that it was the ship "Argo" itself which instructed them to come to Circe and be purified for the assassination of Medea's brother Apsyrtus. Others say that Zeus himself was seized by wrath when he learned about the ruthless murder of Apsyrtus, and he ordered that the Argonauts should be cleansed by Circe. In any case Medea and the Argonauts could leave Aeaea purified by the witch.
It was in great despair and exhaustion that Odysseus and his crew arrived to Aeaea, for they had barely escaped the Cyclops Polyphemus and the cannibals in the land of the Laestrygonians. After resting on the beach for three days Odysseus, who had seen a wisp of smoke in the distance, divided his men in two groups and sent Eurylochus with twenty two men to explore the terrain.
When Eurylochus's party found Circe's house, the witch invited them to enter and all of them followed her except captain Eurylochus, for he, suspecting a trap, stayed outside. Those who came in Circe treated with a mixture of cheese, barley meal, and honey flavored with Pramnian wine, to which she added a powerful drug to make them forgetful of their native land. When they had eaten their meal she struck them with her wand, and driving them off, put them in the pig sties, for they now looked like swine and grunted exactly like pigs, though their minds were unchanged.
When this happened Eurylochus hastened back to the beach and reported to Odysseus that his whole party had vanished. And when Odysseus decided to go to Circe's house there was no way to convince Eurylochus to make his way back to the house of the witch.
So Odysseus went by himself and in his way to Circe's he met Hermes who, while giving him an antidote (a plant called Moly with black root and white flower), which would rob Circe's drugs of its power, told him to oppose his sword to her wand, for she, fearing for her life, would shrink from him in terror and invite him to her bed. Hermes also advised Odysseus to accept Circe's favors while making her swear an oath not to try any more tricks, for otherwise, Hermes said, she could rob him of his courage and manhood.
That is how Odysseus could take Circe by surprise, and when she was threatened by him she remembered that Hermes had once told her of the arrival of this man to her island. And as Hermes had predicted she invited him to her bed:
"...so that in love and sleep we may learn to trustone another." (Circe to Odysseus)
and then Odysseus persuaded her to free his comrades. Circe then smeared their pig heads with a salve and they became men again, some say even more handsome and taller than before. And from that moment there was friendship between Circe and Odysseus' crew, and charmed by the hospitality of the witch they stayed with her for a whole year.
When the year had passed and Odysseus beseeched her to keep her promise and send him home to Ithaca, Circe told him that before she could do that, he would have to make a journey to the Underworld and consult the soul of the seer Tiresias about the outcome of his wanderings.
And this was the first time a ship sailed to Hades, blown by the North Wind (Boreas), and Odysseus was given by Circe all the instructions necessary to reach the Underworld, where to beach his boat, and how to proceed in order to meet the souls of the dead.
Returning from Hades the ship of Odysseus put in at Aeaea once more, where the whole crew sat with Circe and feasted on a rich supply of meat and wine. At night Odysseus and Circe retired and, before his departure the day after, she described for him the dangers that still awaited, instructing him as how to avoid the SIRENS and still listen to their enchanting song, and warning him, among other things, about the rocks that are the abode of Scylla & Charybdis.
Circe, they say, had children by Odysseus, perhaps too many considering the time he spent in Aeaea, but goddesses, and even witches, may perform miracles.
When Telegonus, who others call son of Calypso, learned from his mother Circe that he was a son of Odysseus, he sailed in search of his father. Having come to Ithaca, he drove away some cattle, and when Odysseus defended them, Telegonus wounded him with a spear and Odysseus died of the wound. Telegonus bitterly lamented what he had done, but it is said that he was made immortal by Circe and sent to the Islands of the Blest together with Penelope.
Faunus was another child of Circe. This is the Half-goat god who was king of Latium and that is sometimes identified with Pan or with a Satyr. Some say he was a son of Picus & Canens, the daughter of Janus and the Nymph Venilia.
.
Subscribe to:
Posts (Atom)